Ανακαλύφθηκε κρατήρας πρόσκρουσης αστεροειδούς από την εποχή των δεινοσαύρων

Προσομοίωση της δημιουργίας του καρατήρα Nadir. (Α) Τη χρονική στιγμή t = 0, ο αστεροειδής προσκρούει στην επιφάνεια του νερού με ταχύτητα ~20 km/s. (Β) Αρκετά δευτερόλεπτα αργότερα, σχηματίζεται ένας προσωρινός κρατήρας και μια σημαντική ποσότητα νερού εξατμίζεται. (C) εμφανίζεται σημαντική ανύψωση του βυθού (~400 m σε σχέση με πριν την πρόσκρουση), με αποτέλεσμα τον σχηματισμό μιας ανυψωμένης κορυφής κρατήρα. (D) η ακτινική κατάρρευση της υπόγειας ζώνης πρόσκρουσης έχει ως αποτέλεσμα περαιτέρω μεταβολή του κρατήρα, συμπεριλαμβανομένου του σχηματισμού αναβαθμίδων στην επιφάνεια. Η επιστροφή του νερού μεταφέρει σημαντικό όγκο εκτιναγμένου υλικού και άλλων ιζημάτων στον κρατήρα, που εναποτίθενται πάνω από αυτόν.

Βρετανοί και Αμερικανοί επιστήμονες βρήκαν, μέσω ανάλυσης σεισμικών δεδομένων, στα ανοιχτά της Δυτικής Αφρικής βάσιμες ενδείξεις για την ύπαρξη ενός πιθανού μεγάλου υποθαλάσσιου κρατήρα πρόσκρουσης αστεροειδούς.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή γεωεπιστημών Ουίσντιν Νίκολσον του σκωτσέζικου Πανεπιστημίου Heriot-Watt, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science Advances», εκτιμούν ότι ο κρατήρας έχει παρόμοια ηλικία 66 εκατομμυρίων ετών με τον διάσημο και πολύ μεγαλύτερο κρατήρα Τσιξουλούμπ διαμέτρου 200 χλμ. στον Κόλπο του Μεξικού, ο οποίος έχει συνδεθεί με την πτώση μεγάλου αστεροειδούς διαμέτρου 10 έως 12 χλμ. που οδήγησε στην μαζική εξαφάνιση των μη ιπτάμενων δεινοσαύρων (καθώς επίσης των τριών τετάρτων όλων των ειδών φυτών και ζώων) κατά το τέλος της γεωλογικής Κρητιδικής Περιόδου.

Ο Ναντίρ -όπως ονομάστηκε ο αφρικανικός κρατήρας διαμέτρου τουλάχιστον 8,5 χιλιομέτρων- βρίσκεται θαμμένος κάτω από ιζήματα πάχους 300 έως 400 μέτρων στον βυθό, σε θαλάσσιο βάθος 900 μέτρων, σε απόσταση περίπου 400 χλμ. από την ακτή της Γουινέα στη Δ. Αφρική. Οι επιστήμονες δεν αποκλείουν οι δύο κρατήρες – ο Τσιξουλούμπ και ο Ναντίρ – να συνδέονται μεταξύ τους.

Αν επιβεβαιωθεί ότι ο Ναντίρ δημιουργήθηκε από πτώση αστεροειδούς, οι ερευνητές θεωρούν πιθανό ότι υπήρξε αρχικά ένας μεγαλύτερος μητρικός αστεροειδής, ο οποίος κατά την πτώση του στη Γη διασπάστηκε στην ατμόσφαιρα σε μικρότερα κομμάτια, αρκετά μεγάλα για να προκαλέσουν κατακλυσμικές καταστροφές. Εναλλακτικά, μπορεί να υπήρξαν εξ αρχής δύο ξεχωριστοί αστεροειδείς – ή και περισσότεροι που δεν έχουν ακόμη βρεθεί οι κρατήρες τους- οι οποίοι έπεσαν σε κοντινό χρονικό διάστημα ο ένας από τον άλλο.

Η σεισμική ανάλυση και η κατοπινή μοντελοποίηση οδηγούν στην εκτίμηση ότι ο αστεροειδής είχε διάμετρο περίπου 400 μέτρων και θα έπεσε -με δύναμη ισοδύναμη έκρηξης 5.000 μεγατόνων ΤΝΤ- σε θάλασσα που θα είχε βάθος 800 μέτρων, προκαλώντας διαδοχικά τεράστια τσουνάμι ύψους έως ενός χιλιομέτρου, σεισμό μεγέθους 6,5 έως 7 βαθμών και πιθανώς απελευθερώνοντας σημαντικές ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου από εναποθέσεις άνθρακα στον βυθό.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

… και ένας αξιοσημείωτος σχολιασμός των παραπάνω:



Κατηγορίες:ΓΕΩΛΟΓΙΑ, ΓΕΩΦΥΣΙΚΗ, ΔΙΑΣΤΗΜΑ

Ετικέτες:

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

Αρέσει σε %d bloggers: