Και μετά;

Ήμουν ακόμα παιδί, όταν σε ένα βιβλίο της Πηνελόπης Δέλτα, ίσως ήταν τα Μυστικά του βάλτου, ίσως κάποιο άλλο, διάβασα έναν διάλογο που είχε, αν θυμάμαι καλά, ο Παύλος Μελάς με τους συμπολεμιστές του. Ο Μελάς σκόπευε να πάει στους «κομιτατζήδες» για κάποια διαπραγμάτευση, μόνος, κι οι σύντροφοί του προσπαθούσαν να τον αποτρέψουν απ’ αυτό το εγχείρημα. Ο διάλογος λοιπόν, όπως συγκράτησα το πνεύμα του διαμείμφθηκε ως εξής: —Μην πας μόνος, είναι επικίνδυνο. —Και μετά; — Θα σου στήσουν ενέδρα. —Και μετά; Θα σε πιάσουν. —Και μετά; —Θα σε σκοτώσουν. —Και μετά;
Υποθέτω ότι η Πηνεόπη Δέλτα μ’ αυτό το επίμονο «Και μετά;» θέλει να αποδόσει την μορφή ενός ήρωα ο οποίος θέτει τον υψηλό πατριωτικό του στόχο υπεράνω της ζωής του ακόμη. Όμως σ’ εμένα το «Και μετά;» του Παύλου Μελά άσκησε αμέσως μια παράξενη γοητεία, και με ώθησε σ’ ένα νοερό παιχνίδι: Είπα να σκεφτώ οτιδήποτε, και να δω μέχρι πού τέλος πάντων αυτό το «Και μετά;» να φτάσει. Παίζοντας αυτό το παιχνίδι γρήγορα, και με έναν μέχρι τότε άγνωστο τρόμο, ανακάλυψα πως η ερώτησή μου άνοιγε μιάν άβυσσο. Τίποτε δεν ήταν σε θέση να της αντισταθεί, ούτε ιερό ούτε όσιο. Βέβαια δεν είχα ιδέα για το τι θα μπορούσα ν’ αρχίσω με μια τέτοια εμπειρία. Όμως είχε επέλθει ένα αδιόρατο ρήγμα, που έφτανε βαθιά και που στα επόμενα χρόνια δεν με άφησε να δοθώ σε τίποτε ολότελα. Καμιά κοσμοθεωρία, καμιά θρησκευτική, πολιτική, επιστημονική, κοινωνική ή άλλη αρχή, καμιά ανθρώπινη σχέση δεν μπόρεσε να μου προσφέρει ένα έδαφος.

Χρειάστηκαν εικοσιπέντε περίπου χρόνια για να έρθει μια πρώτη έκλαμψη, η οποία έδωσε στην κατάστασή μου ένα όνομα και, δίνοντάς της ένα όνομα, την καταλάγιασε μέσα μου. Ήταν στα χρόνια της προσωπικής μου ψυχανάλυσης, όταν ανακάλυψα πώς αυτό που μου συνέβαινε ήταν ό,τι ο Medard Boss, ένας δάσκαλός μου, αποκαλεί «νεύρωση απουσίας νοήματος». Και αυτήν την «νεύρωση» δεν την ανήγαγε σε κάποια τραυματικά γεγονότα της «παιδικής ηλικίας», αλλά την έβλεπε σαν καίριο χαρακτήρα της ίδιας της σύγχρονης εποχής, και των ανθρώπων που την μοιράζονται. Και ακόμη αργότερα, καθοδηγούμενος από τον Heidegger, βρήκα στον Nietzsche την οριστική μου «διάγνωση»: «Ο ευρωπαϊκός μηδενισμός», ο οποίος δεν σημαίνει την προσωπική υποκειμενική άποψη ενός φιλοσόφου αλλά την διάγνωση της μοίρας του σύγχρονου κόσμου:
«Τι σημαίνει μηδενισμός; —Ότι οι υπέρτατες αξίες χάνουν την αξία τους. Λείπει ο σκοπός, λείπει η απάντηση στο «γιατί;»
Εδώ βρήκα την ολοκληρωμένη διατύπωση της παιδικής εμπειρίας μου του «Και μετά;»
«Ο μηδενισμός ως ψυχολογική κατάσταση επέρχεται αναγκαστικά πρώτον, όταν σε κάθε συμβάν έχουμε αναζητήσει ένα «νόημα» το οποίο δεν βρίσκεται μέσα του: έτσι ώστε ο αναζητών τελικά χάνει το κουράγιο του. Κατόπιν ο μηδενισμός είναι η συνειδητοποίηση της διαρκούς ανάλωσης δυνάμεων, το μαρτύριο του «προς τί;», η ανασφάλεια, η έλλειψη ευκαιριών για κάποια ανάρρωση, για κάποιον τέλος πάντων εφυσηχασμό – η ντροπή για τον ίδιο του τον εαυτό, σαν κανείς να είχε για πάρα πολύν χρόνο εξαπατήσει τον εαυτό του… Εκείνο το νόημα θα μπορούσε να είναι: η «εκπλήρωση» ενός ύψιστου ηθικού κανόνα σε κάθε συμβάν, ή η ηθική τάξη του κόσμου, ή η αύξηση της αγάπης και της αρμονίας στην επικοινωνία των όντων, ή η προσέγγιση μιας κατάστασης γενικής ευτυχίας…»

Στο γυμνάσιο, στην πρώτη ώρα της βιολογίας, μπήκε στην τάξη ο καθηγητής, ένας ψηλός, ξερακιανός και ασυμμάζευτος αμερικανός, άρπαξε την κιμωλία και με γρήγορες μεγάλες κινήσεις έγραψε μια φράση, τρεις λέξεις, που κάλυψε σχεδόν όλο το πλάτος ενός πίνακα δύο μέτρων: What is life? Πρώτη φορά έβλεπα την καθαρή δυνατότητα να τεθεί τέτοια ερώτηση. Τι είναι η ζωή; Πρώτη φορά έβλεπα, από μακριά, συγκεχυμένα και θολά, την δυνατότητα ενός λυσίματος από την «ζωή» και τις υποθέσεις της, το οποίο να καθιστά δυνατή, να συνοδεύεται καλύτερα, από μια ερώτηση του είδους – τι είναι η ζωή. Υπήρχε λοιπόν μια ζωή η οποία δεν εξαντλούνταν στην «ζωή», η οποία δεν καθηλώνονταν στις υποθέσεις της «ζωής», αλλά υπήρχε μια ελευθερία απέναντι στην «ζωή», είχε την ελευθερία να απορεί, είχε την ελευθερία να θαυμάζει, είχε την ελευθερία να ρωτά χωρίς όρια!

Αυτή η ερώτηση, και η αίσθηση που μου προκάλεσε, χαράχθηκε μέσα μου τόσο βαθιά, που δεν αγγίχθηκε καν από την υποτιθέμενη απάντηση της βιολογίας που μάθαμε τους επόμενους μήνες και στα επόμενα χρόνια. Και τούτο, φαντάζομαι, γιατί η ερώτηση έρχονταν από πολύ μακρύτερα, και έφτανε πολύ μακρύτερα από τα όρια της επιστήμης και των δυνητικών της απαντήσεων. Όμως η ίδια η ερώτηση έμεινε κι αυτή για πολλά χρόνια απρόσιτη, έστω και έτσι όμως κράτησε ανοιχτή την δυνατότητα ενός τρόπου ύπαρξης άλλου από εκείνον της καθημερινότητας και των αυτονόητων αρχών που την κατευθύνουν, όπου τίποτε δεν είναι ανθεκτικό αρκετά για να σηκώσει ένα αληθινό ερώτημα.(…)

απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα ΓεμενετζήΕΠΑΝΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ

Διαβάστε ολόκληρο το βιβλίο:



Κατηγορίες:ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Ετικέτες: ,

1 reply

  1. Φίλιππος Νικολαΐδης's avatar

    Ευχαριστούμε πολύ!! Και για το άρθρο, αλλά και για το βιβλίο μετά!

Αφήστε απάντηση στον/στην Φίλιππος Νικολαΐδης Ακύρωση απάντησης

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.